- ἐκθαλαττόομαι
- ἐκθᾰλαττόομαι, [voice] Pass.,A become all sea, Str.1.3.7.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἐκθαλαττοῦνται — ἐκθαλαττόομαι become all sea pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκθαλαττωθῆναι — ἐκθαλαττόομαι become all sea aor inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)